Vincenzo Bellini (1801-1835)
"I Puritani"
Drama serio σε τρεις πράξεις
Λιμπρέτο του Carlo Pepoli βασισμένο στο θεατρικό έργο
"Στρογγυλοκέφαλοι και Ιππότες" (Têtes Rondes et Cavaliers -1833)
των Jacques Ancelot και Saintine (Joseph-Xavier Boniface)
Πρώτη σύγχρονη πανελλήνια παρουσίαση
Συμπαραγωγή με την Όπερα της Βέρνης
Με ελληνικούς υπέρτιτλους
Οι Πουριτανοί -η τελευταία όπερα του Bellini- βασίζονται έμμεσα σε διήγημα του Γουόλτερ Σκοτ: μια ιστορία αγάπης που εμπλέκεται στη θανάσιμη δίνη εμφύλιου πολέμου, ωστόσο έχει αίσιο τέλος. Δύσκολα φαντάζεται κανείς όπερα περισσότερο στηριγμένη στους τραγουδιστές! Ο συνθέτης τους προσφέρει μοναδικές ευκαιρίες να λάμψουν μέσα από τις χαρακτηριστικές, πλατιές μελωδίες του, την άκρως δεξιοτεχνική γραφή και τα στιβαρά εμβατήρια. Ομοίως επιμελημένη είναι η γραφή για την ορχήστρα, καθώς στόχος του Bellini ήταν να εντυπωσιάσει τους Γάλλους. Οι Πουριτανοί πρωτοπαρουσιάστηκαν με μεγάλη επιτυχία στο Παρίσι το 1835, λίγους μήνες πριν τον πρόωρο θάνατο του Bellini. Μάλιστα, το ενθουσιώδες κοινό της πρεμιέρας πίεζε τόσο για επαναλήψεις, που ο συνθέτης περιέκοψε το έργο ώστε να μην διαρκούν υπερβολικά οι παραστάσεις! (Γιάννης Σβώλος)
Μουσική Διεύθυνση: Giuliano Carella
Σκηνοθεσία:
Lorenzo Mariani
Σκηνικά-Κοστούμια:
William Orlandi
Φωτισμοί:
Jacques Battocletti
Διανομή
Lord Gualtiero Valton:
Βασίλης Κωστόπουλος
Elvira:
Elena Mosuc
Sir Giorgio Valton:
Δημήτρης Καβράκος
Lord Arturo Talbo:
Juan Carlos Valls
Sir Riccardo Forth:
Δημήτρης Τηλιακός
Sir Bruno Roberton:
Παναγιώτης Μανιάτης
Enrichetta di Francia:
Ειρήνη Καράγιαννη
Πανελλήνια πρώτη των "Πουριτανών"
Στη Θεσσαλονίκη – Κριτική Νίκος Α. Δοντάς
Στις 3 Φεβρουαρίου δόθηκε η καθυστερημένη πανελλήνια πρώτη των "Πουριτανών" του Μπελίνι. Την εμπνευσμένη πρωτοβουλία είχε το Μέγαρο Μουσικής Θεσσαλονίκης. Προηγούμενη φορά που ακούστηκε η ιστορικά σημαντική και μουσικά ενδιαφέρουσα αυτή όπερα σε ελληνικό έδαφος ήταν το 1840, στην υπό βρετανική κατοχή Ζάκυνθο. Eκτοτε, κανένας φορέας δεν αποτόλμησε το ανέβασμα.
Στην Θεσσαλονίκη μεταφέρθηκε παράσταση που σκηνοθέτησε ο Λορέντσο Μαριάνι για το Δημοτικό Θέατρο της Βέρνης. Αντιλαμβανόμενος ότι οι "Πουριτανοί" δεν εξιστορούν μια ρεαλιστική υπόθεση αλλά αφηγούνται συναισθήματα, ο Μαριάνι προχώρησε σε εύστοχες λύσεις. Μετέφερε το ιστορικό πλαίσιο από την Αγγλία του Κρόμγουελ στην Ευρώπη του A΄ Παγκοσμίου Πολέμου. Eτσι, το οπτικό μέρος απαλλάχθηκε από τον φόρτο ιστορικών σκηνικών και κοστουμιών, που σημαίνουν ελάχιστα στον σημερινό θεατή. Ταυτοχρόνως, προσέφερε μια εικονογραφία, στην οποία το κοινό μπορούσε να βρει αναφορές. Το σημαντικότερο ήταν πως ο Μαριάνι οπτικοποίησε συναισθήματα –την οργή, τη χαρά, τη λύπη, την απογοήτευση–, έδειξε διττά πληγωμένους ανθρώπους και απέδωσε με επιτυχία την απώλεια λογικών της κεντρικής ηρωίδας ήδη από το τέλος της α΄ πράξης, κάτι που εύκολα θα μπορούσε να εκτραπεί, καταλήγοντας από αφελές έως γελοίο.
Θαυμάσια διανομή
Oμως, η παράσταση ξεχώρισε και για την ισορροπημένη, υψηλού επιπέδου διανομή. Ως Ελβίρα η υψίφωνος Eλενα Μόζουκ δεν τραγούδησε απλώς καλά, αλλά έπλασε με μεγάλη εκφραστικότητα τον ιδιαίτερα απαιτητικό κεντρικό ρόλο. Η εμπειρία της και η ακμαία κατάσταση των φωνητικών δυνάμεων επέτρεψαν να λάμψει στα δεξιοτεχνικά μέρη και να αποδειχτεί πειστική στα λυρικά.
Ιδιαίτερα θετική ήταν η παρουσία του βαρύτονου Δημήτρη Τηλιακού ως Ρικάρντο, που τραγούδησε με υγιή, ρωμαλέα φωνή και σεβασμό στο ύφος της μουσικής. Εκφραστικός, ιδιαίτερα στις λυρικές σελίδες, ήταν ο βαθύφωνος Δημήτρης Καβράκος. Ωστόσο, τα θυελλώδη εμβατηριακά μέρη υπολείπονταν σε ορμή.
Βασικό πρόβλημα για την παρουσίαση των "Πουριτανών" είναι σήμερα η εξεύρεση τενόρου. Την εποχή του Μπελίνι, ο περίφημος Ρουμπίνι σκαρφάλωνε έως το κόντρα-φα με τρόπο που η σημερινή αισθητική δύσκολα θα αποδεχόταν. Στις μέρες μας απαιτείται η απόδοση των στρατοσφαιρικών φθόγγων με στεντόρεια φωνή, αδιανόητο την εποχή του συνθέτη. Eτσι, ακόμα και χωρίς το δυσπρόσιτο κόντρα-φα, η παρτιτούρα του Αρτούρο παραμένει προβληματική. Η Θεσσαλονίκη βρήκε τον Χουάν Κάρλος Βαλς, τενόρο που είχε τις νότες και επιπλέον τίμησε το ιδιαίτερο ύφος τραγουδιού που απαιτεί ο Μπελίνι. Καλά τραγούδησε επίσης η Χορωδία Θεσσαλονίκης. Αντίθετα, ο Τζουλιάνο Καρέλα δυσκολεύτηκε να τιθασεύσει τα ντεσιμπέλ της Συμφωνικής Ορχήστρας του Δήμου Θεσσαλονίκης και να αναδείξει τις χάρες της παρτιτούρας.
Kυριακή, 12 Φεβρουαρίου 2006
Πρώτη φορά "Πουριτανοί"
Του ΓΙΑΝΝΗ ΣΒΩΛΟΥ
Την Παρασκευή, 3/2, η Θεσσαλονίκη πιστώθηκε την πολύ καλή, πρώτη παρουσίαση των "Πουριτανών" του Μπελίνι επί ελληνικού εδάφους.
Ακολουθώντας την επιχειρησιακά και καλλιτεχνικά πραγματιστική λύση των διεθνών συμπαραγωγών, που εύλογα υιοθετούν μεγάλα και μικρά λυρικά θέατρα ανά τον κόσμο, το Μέγαρο Μουσικής Θεσσαλονίκης υλοποίησε την παραγωγή σε συνεργασία με την όπερα της Βέρνης. Συμμετείχαν η Συμφωνική Ορχήστρα του Δήμου, η Χορωδία Θεσσαλονίκης, ξένοι και Ελληνες μονωδοί υπό τον Τζουλιάνο Καρέλα.
Λιτή, καλαίσθητη και δραματικά λειτουργική, η όψη της παράστασης διέθετε ήπια εκσυγχρονισμένο και μερικώς αφαιρετικό στίγμα. Αναζητώντας έναν ιστορικό χρόνο με ενεργή συγκινησιακή φόρτιση για τον σημερινό θεατή, ο σκηνοθέτης Λορέντζο Μαριάνι μετέφερε τη δράση στην περίοδο του Α' Παγκοσμίου Πολέμου. Παράλληλα, οπτικοποίησε την απροφάσιστα σχηματική υπόθεση της όπερας με μια μικτή, άλλοτε ημιρεαλιστική, άλλοτε καθαρά συμβολική χορογραφία κινήσεων. Υλοποιημένο με υψηλό επαγγελματισμό, το αποτέλεσμα ελάφρυνε την παρακολούθηση από τη φλυαρία της ψευδοϊστορικίστικης εικονογραφίας και κατηύθυνε έμμεσα την πρόσληψη προς τα όσα υπαγορεύει η μουσική ως κύριος φορέας νοήματος. Σε καθαρά μουσικό επίπεδο, το όλο υποστηρίχθηκε από μια πολύ καλή, ισορροπημένη διανομή. Η υψίφωνος Ελενα Μόζουκ, που το 2004 απολαύσαμε στην ίδια σκηνή ως Λουτσία, υπήρξε μια μουσικά και σκηνικά εξαίρετη Ελβίρα. Κάτοχος άρτιας τεχνικής, αξιοποίησε τη μεστή, μαλακιά και καλοδιατηρημένη φωνή της σε ένα ορθοτονικά αψεγάδιαστο, δεξιοτεχνικά συναρπαστικό τραγούδι, που υπηρέτησε με καλαισθησία το ρομαντικό μπελ-κάντο. Αντάξιος συμπρωταγωνιστής στον δυσκολότατο ρόλο του Αρτούρο αναδείχθηκε ο ηδύφωνος τενόρος Χουάν Κάρλος Βαλς. Με ελάχιστες εκπτώσεις στις απάνθρωπα υψηλές νότες, άρθρωσε τη λαμπερή, εύηχη φωνή του σε μια σαγηνευτικά εύπλαστη μπελίνεια φραστική. Την ανταγωνιστική κορυφή του μοιραίου τριγώνου συμπλήρωσε υποδειγματικά ο βαρύτονος Δημήτρης Τηλιακός ως Ρικάρντο· το ακριβές, ρωμαλέο, αλλά ουδέποτε ακαλαίσθητο τραγούδι του συνεισέφερε καίρια στην τέλεια μουσικοδραματική ισορροπία του όλου. Πολύ ταιριαστός και εντυπωσιακά αξιόμαχος αποδείχτηκε ο βαθύφωνος Δημήτρης Καβράκος στον "πατρικό" ρόλο του Τζόρτζιο, καλή ως βασίλισσα Εριέττα η μεσόφωνος Ειρήνη Καράγιαννη. Ο Τζουλιάνο Καρέλα διηύθυνε το όλο με μέτρο, επιτρέποντας στη μελωδία να ανασάνει και στήριξε τους μονωδούς παρότι δεν κατόρθωνε πάντα να ελέγχει τις υπερβολικές εξάρσεις δυναμικής του ορχηστρικού συνόλου. Ακριβής, μετρημένη, με σωστή σκηνική παρουσία ήταν η Χορωδία Θεσσαλονίκης.
ΕΛΕΥΘΕΡΟΤΥΠΙΑ - 08/02/2006