Φιλαρμονική Ορχήστρα της Αγίας Πετρούπολης
Φιλαρμονική Ορχήστρα
Η Φιλαρμονική της Αγίας Πετρούπολης είναι το παλαιότερο συμφωνικό σχήμα της πρώην Σοβιετικής Ένωσης. Η προέλευσή της μπορεί να εντοπιστεί το 1802, όταν μία ομάδα Ρώσων αριστοκρατών που αγαπούσαν τη μουσική ίδρυσαν τον πρώτο Ευρωπαϊκό Φιλαρμονικό Σύλλογο. Τα επίσημα γενέθλια της ορχήστρας είναι το 1882, όταν σχηματίστηκε μία ομάδα στα θεμέλια της παλαιότερης "Αυτοκρατορικής Μουσικής Χορωδίας". Έως την αρχή του 20ου αιώνα εξυπηρετούσε κυρίως τους αριστοκρατικούς κύκλους. Στις 19 Οκτωβρίου του 1917, κατά την Οκτωβριανή Επανάσταση, η ορχήστρα άλλαξε με διάταγμα σε κρατική ορχήστρα και έδωσε την πρώτη δημόσια συναυλία στη Σοβιετική Ένωση στις 8 Νοεμβρίου. Έναν χρόνο αργότερα η ορχήστρα ενσωματώθηκε στη νεοϊδρυθείσα Φιλαρμονική του Πέτρογκραντ, η οποία έγινε ο πρώτος σημαίνων μουσικός οργανισμός στη Σοβιετική Ένωση. Μετά την επανάσταση η ορχήστρα πέρασε τα πρώτα χρόνια επισκεπτόμενη εργοστάσια και κάνοντας γνωστή τη μουσική της στην εργατική τάξη. Στη διάρκεια αυτών των ετών η ορχήστρα είχε εξέχοντες διευθυντές ορχήστρας όπως ο Εμίλ Κούπερ, ο Νικολάι Μάλκο, ο Γκλαζουνόφ, Κουσσεβίτσκυ, Φίτελμπεργκ, Τσερεπάιν, Φράιντ, Βάλτερ, Κλέμπερερ, Κλάιμπερ και Κνάππερτσμπους.
Κατά τα προσεχή έτη η ορχήστρα συνέχισε να εξελίσσεται και το ρεπερτόριό της διευρυνόταν από τους διευθυντές της Οσσόβσκυ και Σολερτίνσκυ, οι οποίοι για πρώτη φορά έδωσαν συναυλίες με έργα των συμφωνικών κύκλων των Μπετόβεν, Μάλερ και Μπρούκνερ. Τη δεκαετία του 1930 διηύθυναν την ορχήστρα ο Αλεξάντερ Γκάουκ και ο Αυστριακός Φρίτζ Στίντρυ. Ο Μραβίνσκυ ανέλαβε ως διευθυντής το 1938 και συνέχισε σ’αυτή τη θέση για περίπου 50 χρόνια. Υπήρχε μία μεγάλη καλλιτεχνική φιλία ανάμεσα στον Μραβίνσκυ και τον Σοστακόβιτς κι ο Μραβίσνκυ έγινε ο πρώτος και περισσότερο φημισμένος ερμηνευτής των έργων του Σοστακόβιτς. Η ορχήστρα συχνά έκανε πρεμιέρες με τα έργα του, τα οποία τώρα κατέχουν εξαιρετική θέση στο ρεπερτόριο της ορχήστρας. Μετά τον θάνατο του Μραβίνσκυ το 1988 ο Γιούρι Τεμιρκάνοφ διορίστηκε Μουσικός Διευθυντής και Κύριος Διευθυντής Ορχήστρας. Η Φιλαρμονική της Αγίας Πετρούπολης ήταν η πρώτη Σοβιετική Ορχήστρα που έκανε περιοδείες στο Εξωτερικό. Μετά τον πόλεμο η ορχήστρα περιόδευσε σε πάνω από 25 χώρες στην Ευρώπη, Ασία και Αμερική με διευθυντές ορχήστρας όπως οι Στοκόφσκι, Μούνχ, Κλόιτενς, Μάρκεβιτς, Γιόσεφ Κριπς, Κόνταλυ και Μπρίττεν. Λόγω των περιοδειών και των ηχογραφήσεών της η ορχήστρα έγινε διάσημη παντού στον κόσμο. Εκτός από τις συνήθεις εμφανίσεις της στην ξακουστή αίθουσα Φιλαρμόνια της Αγίας Πετρούπολης η Ορχήστρα περιοδεύει σε συχνή βάση στην Ευρώπη, την Ιαπωνία και την Αμερική. Το 1991, μετά την αλλαγή ονόματος της πόλης, η ορχήστρα άλλαξε το όνομά της από Φιλαρμονική του Λένιγκραντ σε Φιλαρμονική της Αγίας Πετρούπολης. Κατά τα 10 τελευταία χρόνια η ορχήστρα ολοκλήρωσε επιτυχώς περιοδείες ανά τον κόσμο, οι οποίες περιελάμβαναν εμφανίσεις σε εξέχοντα μουσικά θερινά φεστιβάλ όπως στη Λουκέρνη, στο Σάλτσμπουργκ, το Εδιμβούργο, και στους Χορούς του BBC, καθώς και σημαντικές περιοδείες στη Γερμανία, Ελβετία, Αυστρία, Ισπανία, το Ηνωμένο Βασίλειο, τις Ηνωμένες Πολιτείες, τη Νότιο Αμερική και την Ιαπωνία. Το 1998 η ορχήστρα πραγματοποίησε μία ιδιαίτερα επιτυχημένη περιοδεία στην Άπω Ανατολή. Ήταν η πρώτη ορχήστρα που παρουσιάστηκε στο νεόδμητο μέγαρο στην Κουάλα Λουμπούρ - Dewan Filharmonik PETRONAS. Επίσης συνεχίζει να συμμετέχει σε Ευρωπαϊκά Θερινά Φεστιβάλ στην Ιταλία και Ισπανία και επισκέπτεται συχνά την Αμερική και την Νότιο Αμερική. Το 1999 η Πανευρωπαϊκή περιοδεία της έτυχε ευρείας αναγνώρισης, όπως και η περιοδεία της στο Ηνωμένο Βασίλειο, όπου έλαβε μέρος στο επιτυχές Φεστιβάλ της Αγίας Πετρούπολης στο Λονδίνο τον Ιούνιο. Το 2000 μετά την επιστροφή της από την Γαλλία και την Ιταλία τον Απρίλιο, περιόδευσε τον Σεπτέμβριο στην Ιταλία και τη Γερμανία. Το 2001 έλαβε μέρος και σε άλλη περιοδεία με συμμετοχές στα Θερινά Φεστιβάλ και επέστρεψε στη Γαλλία και την Άπω Ανατολή μετά από έκκληση του κοινού το Φθινόπωρο. Οι ηχογραφήσεις της ορχήστρας είναι από την BMG Classics με τον Γιούρι Τεμιρκάνοφ, από την EMI με τον Μάρις Γιάνσονς και από την DECCA με τον Βλαντιμίρ Ασκενάζυ.